Η επίσκεψη Μπλίνκεν και η σωστή διάσταση των συμμαχιών
Η Ελλάδα έχει πολλά ακόμα να κερδίσει από την αναβάθμιση του ρόλου της και ενίσχυση της ισχύος της. Ευχόμαστε να συνεχίσει σε αυτόν τον δρόμο και να εγκαταλείψει τις κομπλεξικές και παρωχημένες πρακτικές και αντιλήψεις των προηγούμενων δεκαετιών.

Του Γιώργου Σαββίδη
Η επίσκεψη του Αμερικανού Υπ. Εξωτερικών Ά. Μπλίνκεν στην Αθήνα και ο Δ’ Γύρος του Στρατηγικού Διαλόγου Ελλάδας-ΗΠΑ είναι ένα σημαντικό γεγονός.
Συνδυαζόμενο με την επίσκεψη στην Άγκυρα και τα αποτελέσματα των συζητήσεων στις δύο πρωτεύουσες, εύκολα συμπεραίνεται ότι η Αθήνα είναι η κερδισμένη. Οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ είναι άριστες και συνεχίζουν να αναβαθμίζονται. Αντίθετα, οι σχέσεις Τουρκίας-ΗΠΑ είναι στο χειρότερο σημείο χωρίς ορατή βελτίωση.
Το ζήτημα των F-16 δεν προχωρά για την Τουρκία, η οποία πιέστηκε για την έγκριση της ένταξης Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Επίσης, της ζητήθηκε να ομαλοποιήσει τις σχέσεις της με Ελλάδα, Ισραήλ και Αρμενία.
Τα F-35 προχωρούν για την Ελλάδα. Ενθαρρύνεται η ανάδειξη της ως ενεργειακού κόμβου στην Ανατολική Μεσόγειο και αναδεικνύεται ο στρατηγικός ρόλος του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης. Αναγνωρίζεται ο ηγετικός ρόλος της Ελλάδας στην περιοχή και η συμβολή της στην ασφάλεια και σταθερότητα.
Η σημερινή κατάσταση οφείλεται σε πολλούς παράγοντες που σχετίζονται με τις εξελίξεις στην Ελλάδα και την Τουρκία, τις εξελίξεις σε παγκόσμιο επίπεδο με κυρίαρχη την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τις εξελίξεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ και τα Αμερικανικά στρατηγικά συμφέροντα όπως τα αντιλαμβάνονται οι ίδιες οι ΗΠΑ σήμερα. Είναι μια θεαματική αντιστροφή από το πρόσφατο παρελθόν.
Οι σχέσεις της χώρας μας με τις ΗΠΑ υπήρξαν προβληματικές από το 1974, όταν ο συνδυασμός της προδοτικής συμπεριφοράς της στρατιωτικής χούντας του Ιωαννίδη στην Ελλάδα με τον αμφιλεγόμενο κυνισμό του Κίσσινγκερ στην Αμερική, οδήγησαν στην Κυπριακή τραγωδία της Τουρκικής εισβολής.
Δικαίως οι Έλληνες θεωρήσαμε εξίσου υπεύθυνους την χούντα και τις ΗΠΑ για την εθνική καταστροφή στην Κύπρο, αλλά και το ΝΑΤΟ, καθότι δεν απέτρεψε την «σύμμαχο» Τουρκία από του να προβεί σε αυτή την εγκληματική ενέργεια. Προηγούμενες παρεμβάσεις των ΗΠΑ οι οποίες απέτρεπαν ανάλογες ενέργειες, δεν μπορούσαν να συμψηφιστούν με την ενθάρρυνση του Κίσσινγκερ προς τον Ετζεβίτ να προχωρήσει στον διαμελισμό του νησιού, επιτιθέμενος στρατιωτικά σε χώρα-μέλος του ΟΗΕ και σκορπώντας θάνατο και καταστροφή.
Η Κυπριακή τραγωδία υποχρέωσε την χούντα σε «απόδραση» και η δημοκρατία αποκαταστάθηκε με την έλευση του Κωνσταντίνου Καραμανλή και την ανάληψη εκ μέρους του της διακυβέρνησης. Ο Καραμανλής αποφάσισε να μην επέμβει στρατιωτικά αποτρέποντας τον δεύτερο γύρο της Τουρκικής εισβολής, κατά τον οποίον από ένα προγεφύρωμα οι Τούρκοι προχώρησαν και κατέλαβαν το 37% του νησιού εκτοπίζοντας τους Έλληνες κατοίκους.
Ο Καραμανλής επέλεξε να κατευνάσει την κοινή γνώμη με αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, μιμούμενος παρόμοια κίνηση του Ντε Γκωλ. Οι λοιπές αιτιάσεις και αναφορές στο Άρθρο 5 του Καταστατικού Χάρτη της Συμμαχίας δεν ευσταθούν, αφού η Κύπρος δεν ήταν (και δεν είναι) μέλος του ΝΑΤΟ. Η Ελλάδα μαζί με την Αγγλία και την Τουρκία ήταν (και είναι) οι εγγυήτριες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αξιοποιώντας την ιδιότητα αυτή, η Τουρκία αιτιολόγησε την επέμβαση της μετά το προδοτικό πραξικόπημα της χούντας κατά της νόμιμης Κυπριακής κυβέρνησης με πρόεδρο τον Μακάριο. Η Ελλάδα και η Αγγλία επέλεξαν να μην επέμβουν στρατιωτικά όταν η Τουρκία εισέβαλε στρατιωτικά, αφήνοντας την να πετύχει τους στρατιωτικούς της στόχους ανεμπόδιστη.
Η Ελλάδα επέστρεψε στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ το 1980. Η αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος της συμμαχίας και η επάνοδος της μετά από μερικά χρόνια ήταν λάθος. Η χώρα μας ουδέποτε επανέκτησε πλήρη επιχειρησιακό έλεγχο του Αιγαίου είτε στον αέρα είτε στην θάλασσα. Τόσο ο ρόλος του Στρατηγείου Λάρισας όσο και η Ελληνική συμμετοχή στο Στρατηγείο Σμύρνης, ουδέποτε επανήλθαν πλήρως.
Η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ ενίσχυσε την αντι-δυτική ρητορική στην χώρα.
Η φιλο-σοβιετική πολιτική του ΚΚΕ έγινε καθαρά αντι-δυτική και κυρίως αντι-αμερικανική και υιοθετήθηκε από το σύνολο των κομμάτων (συμπεριλαμβανομένης της άκρας δεξιάς), με εξαίρεση τη ΝΔ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου του ΠΑΣΟΚ ανέλαβε την ηγεσία του αντι-αμερικανικού μετώπου. Τα συνθήματα «Αμερικάνοι δολοφόνοι των λαών», «έξω οι βάσεις του θανάτου», «έξω τα ξένα μονοπώλια», «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», «έξω από την ΕΟΚ των μονοπωλίων» και πολλά άλλα παρεμφερή, κυριαρχούσαν στην χώρα. Οι πορείες στην Αμερικανική πρεσβεία και το κάψιμο της Αμερικανικής σημαίας έγιναν απαραίτητο happening στις πολύ συχνές αντι-αμερικανικές και αντι-εοκικές διαμαρτυρίες. Η δολοφονία Αμερικανών και άλλων «δεξιών» και «καπιταλιστών» από τρομοκράτες απέκτησε ιδεολογικό υπόβαθρο.
Η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ αφόπλισε τους φιλελεύθερους και τους δεξιούς. Όποιος τολμούσε να υποστηρίξει την φιλελεύθερη δημοκρατία ή να κατηγορήσει ή έστω να κριτικάρει τον κομμουνισμό ή την Σοβιετική Ένωση γινόταν στόχος επιθέσεων. Ούτε συζήτηση για υποστήριξη της ΕΟΚ ή των ΗΠΑ. Οι λίγοι τολμηροί που υποστήριζαν την Αμερική αποκτούσαν προσωνύμια όπως φασίστας και ακροδεξιός. Ο χαρακτηρισμός φιλο-αμερικάνος σε κατέτασσε στην κατηγορία των φασιστών, των πουλημένων και των προδοτών.
Οι κάθε φύσης και απόχρωσης αριστεροί έγιναν «και επαναστάτες» και «ξέπλυναν» το αμαρτωλό παρελθόν τους. Οι πολιτικοί, ακόμα και της ΝΔ, αισθάνονταν την ανάγκη να προβαίνουν σε αντι-αμερικανικές δηλώσεις. Ακόμα και δεκαετίες μετά την επανένταξη στο ΝΑΤΟ, φίλοι και οπαδοί του δεύτερου Καραμανλή, του Κώστα, για να δικαιολογήσουν κάποιες αποτυχίες του, διέδιδαν ότι «τον κυνηγούσαν οι Αμερικάνοι». Από τότε μέχρι και σήμερα στην χώρα οι όροι «προοδευτικός» και «δημοκράτης» αφορούν τους κάθε λογής αριστερούς (κομμουνιστές, σταλινιστές, σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες, αναρχικούς, μαοϊκούς) και όχι τους φιλελεύθερους και συντηρητικούς που καθιέρωσαν την δημοκρατία στην χώρα, κατήργησαν την βασιλεία και απέδωσαν πλήρη δικαιώματα σε όλους τους πολίτες.
Απέναντι στους συμμάχους, οι Ελληνικές κυβερνήσεις εμφανίζονταν ως κακομαθημένα παιδιά που παραπονιόντουσαν συνέχεια, ως επαίτες που πάντα ζητούσαν βοήθεια ή δανεικά και ως μονοδιάστατοι που έβλεπαν τα πάντα υπό το πρίσμα των Ελληνο-τουρκικών σχέσεων.
Αναφέρουμε τα ανωτέρω γιατί έχουν καθορίσει τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας και συνεχίζουν ακόμα να τις επηρεάζουν. Και γιατί είναι σημαντικό να κατανοηθεί ότι η εξωτερική και αμυντική πολιτική δεν μπορούν να καθορίζονται από συναισθηματισμό. Ο συναισθηματισμός οδηγεί σε λάθος αποφάσεις δυνητικά επιζήμιες εθνικά.
Σημειώνουμε επίσης, ότι κατά την αντι-δυτική, αντι-αμερικανική και αντι-ευρωπαϊκή περίοδο της Ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής, οι ΗΠΑ κράτησαν «ίσες αποστάσεις» στα Ελληνοτουρκικά. Δεν ήθελαν να σπρώξουν περαιτέρω απομάκρυνση της χώρας από την Δύση.
Η πραγματική αντιστροφή των Ελληνικών αντιλήψεων σε πραγματικό επίπεδο ξεκίνησε την περίοδο 2017-8 από την κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ. Για την ακρίβεια, η ξεκάθαρη δυτική στροφή ήταν επίτευγμα του Π. Καμμένου, αρχηγού των ΑΝΕΛ και ΥΠΕΘΑ τότε. Ο Σύριζα ακολούθησε από ανάγκη κατευνάζοντας το «επαναστατικό κοινό του» με την υπογραφή της Συνθήκης των Πρεσπών, αναγνωρίζοντας την Β. Μακεδονία με «Μακεδονική» γλώσσα και εθνότητα. Η κυβέρνηση Σύριζα-ΑΝΕΛ έθεσε τις βάσεις για την Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA – Mutual Defense Cooperation Agreement) Ελλάδας-ΗΠΑ. Ο Σύριζα συνέχισε την δυτικόστροφη πολιτική και μετά την αποχώρηση των ΑΝΕΛ από την κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση της ΝΔ από το 2019 συνέχισε και εμβάθυνε τις καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ. Με ψυχραιμία και χωρίς κόμπλεξ, αξιοποίησε όλες τις ευκαιρίες και δυνατότητες, οδηγώντας σε αναβάθμιση της στρατηγικής σημασίας της Ελλάδας και καθιστώντας την απαραίτητο εταίρο των ΗΠΑ και πολύτιμο σύμμαχο στο ΝΑΤΟ. Η επίσκεψη Μπλίνκεν και ο Δ’ Γύρος Στρατιωτικού Διαλόγου Ελλάδας-ΗΠΑ είναι το πιο πρόσφατο κεφάλαιο της νέας εποχής.
Στις ενδιάμεσες δεκαετίες από το 1974 έως το 2023 η χώρα μας βρέθηκε μπροστά σε κινδύνους και άφησε αναξιοποίητες πολλές ευκαιρίες. Οι Ελληνικές κυβερνήσεις διεξήγαν την εξωτερική πολιτική με όρους εσωτερικής κομματικής αντιπαράθεσης. Δεν υπήρχε μακροχρόνιος σχεδιασμός ούτε και εθνική προσέγγιση.
Με τους συμμάχους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ, η στάση μας ήταν αμήχανη και προβληματική. Περιμέναμε και απαιτούσαμε να επεμβαίνουν υπέρ μας και εναντίον των Τούρκων. Είχαμε και ακόμα έχουμε, την αντίληψη ότι η Δύση πρέπει να διώξει τους Τούρκους από την Κύπρο και να μας υποστηρίξει στο Αιγαίο και αλλού. Οι θέσεις και απόψεις μας στηρίζονται στην ηθική και είναι δίκαιες. Αυτοί δεν αποτελούν και ποτέ δεν αποτελούσαν λόγους για να επέμβει μια χώρα υπέρ μιας άλλης. Ο καθοριστικός παράγοντας είναι το συμφέρον της κάθε χώρας ή, καλύτερα, το εκλαμβανόμενο ως συμφέρον.
Πολλές φορές η Ελλάδα αλλά και η Κύπρος, πήραν θέσεις στην διεθνή σκηνή κατά της Δύσης, χωρίς να σημαίνει ότι το επέβαλλαν τα συμφέροντα της. Το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου κυρίως αλλά και η ΝΔ πήραν πολλές αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής με κριτήριο την απήχηση στο εσωτερικό ακροατήριο, τις οποίες έντυναν με έναν ιδεολογικό ή «εθνικό» μανδύα. Υπενθυμίζουμε την υποστήριξη ανταρτών στην Λατινική Αμερική, την υποστήριξη προς τους Αδέσμευτους, την μη αναγνώριση του Ισραήλ και τις φιλο-ρωσικές κορώνες ακόμα και σήμερα.
Η Ελλάδα ως μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ έτυχε πραγματικής υποστήριξης από την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Το ίδιο και η Κύπρος. Η Ελλάδα έφτασε σχεδόν σε αφοπλισμό έως το 2020 και σήμερα αποκτά αεροπορική υπεροχή. Η Κύπρος χωρίς ναυτικό, προχωρά σε γεωτρήσεις φυσικού αερίου στην ΑΟΖ της. Και οι δύο χώρες ακούμπησαν την πτώχευση αλλά γλίτωσαν.
Η Δύση έχει προτάξει πολλές φορές το διεθνές δίκαιο και υποστηρίζει τις δικές μας θέσεις. Πολλοί πολιτικοί στις ΗΠΑ, την Γαλλία και αλλού παίρνουν καθαρά φιλελληνικές θέσεις.
Ακόμα και σήμερα κάθε δήλωση, επαφή, συνάντηση ή συμφωνία Δυτικής χώρας με την Ελλάδα ή την Τουρκία ή με Έλληνα ή Τούρκο αξιωματούχο, αναλύεται ή σχολιάζεται συχνά με όρους 1980 ή 1990. Επίσκεψη Σαουδάραβα στην Τουρκία θεωρείται πιθανή εγκατάλειψη της στρατηγικής σχέσης Ελλάδας – Σαουδικής Αραβίας. Αποφυγή άμεσης καταδίκης Τουρκικών δηλώσεων κατά της Ελλάδας από τον Λευκό Οίκο εκλαμβάνεται ως αποτυχία της Ελληνικής κυβέρνησης. Μετά από τηλεφώνημα Ισραηλινού σε Τούρκο, επιζητούμε επιβεβαίωση συνέχισης της σχέσης Ελλάδας – Ισραήλ.
Τα δεδομένα του 2023 είναι πολύ διαφορετικά για την Ελλάδα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει ότι έχει καθαρή αντίληψη των πραγμάτων και ικανότητα μακροπρόθεσμης στρατηγικής. Αξιοποίησε το ρήγμα μεταξύ Τουρκίας και ΗΠΑ, μεταξύ AUKUS και Γαλλίας, Τουρκίας και Ισραήλ και Τουρκίας και Αραβικών Χωρών. Πήρε ξεκάθαρη θέση στο Ουκρανικό. Ενισχύει σθεναρά τις ένοπλες δυνάμεις. Αναδεικνύει την στρατηγική σημασία της γεωγραφικής της θέσης.
Πολύ διαφορετικά είναι τα δεδομένα και στην Ομογένεια των ΗΠΑ. Η νέα γενιά Ομογενών έχει αποκτήσει ισχύ σε κάθε κυβερνητικό, επιστημονικό και επαγγελματικό επίπεδο.
Έχοντας όλα αυτά υπ’ όψιν μπορούμε να δούμε την επίσκεψη Μπλίνκεν από μια άλλη σκοπιά και μια άλλη διάσταση. Από την διάσταση της σωστής συμμαχικής σχέσης.
Η σωστή συμμαχική σχέση έχει ήδη αποδώσει τόσο για την Ελλάδα όσο και για τις ΗΠΑ. Η Ελλάδα απολαμβάνει αναβάθμιση της ποιότητας της στρατιωτικής της ισχύος, έναν νέο σημαντικό στρατηγικό ρόλο, έμμεση εγγύηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, αυξημένες επενδύσεις και άλλα οικονομικά οφέλη, βελτίωση στρατιωτικών υποδομών και πρόσβαση σε προηγμένα οπλικά συστήματα.
Οι ΗΠΑ απολαμβάνουν μια συμμαχική και εταιρική σχέση αξιόπιστη και χωρίς προβλήματα, σταθερότητα στην περιοχή και εξασφάλιση των στρατηγικών τους συμφερόντων στην ευαίσθητη περιοχή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Και βέβαια, την χρήση σημαντικών στρατιωτικών βάσεων και του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης.
Η άλλη διάσταση που προκύπτει από την επίσκεψη του Αμερικανού Υπ. Εξωτερικών είναι τα χαρακτηριστικά που πρέπει να αποκτήσει η Ελληνική εξωτερική και αμυντική πολιτική. Αυτά είναι:
- Ψύχραιμη αντιμετώπιση των καταστάσεων και αποφυγή συναισθηματικών αποφάσεων.
- Μακροχρόνιος σχεδιασμός που να ακολουθείται από όλες τις κυβερνήσεις.
- Επέκταση και καλλιέργεια των σχέσεων με τις χώρες της περιοχής και τις σημαντικές χώρες της Ευρώπης και του πλανήτη.
- Ισχυρές ένοπλες δυνάμεις.
- Ισχυρή οικονομία και αμυντική βιομηχανία.
- Παρουσία στην διεθνή σκηνή πέραν των Ελληνο-τουρκικών σχέσεων.
- Αξιοποίηση της Ελληνικής Διασποράς.
- Απεξάρτηση των εθνικών θεμάτων από ιδεολογήματα και κομματισμούς.
- Αυτοπεποίθηση και σταθερή διεκδικητικότητα.
Η Ελλάδα έχει πολλά ακόμα να κερδίσει από την αναβάθμιση του ρόλου της και ενίσχυση της ισχύος της. Ευχόμαστε να συνεχίσει σε αυτόν τον δρόμο και να εγκαταλείψει τις κομπλεξικές και παρωχημένες πρακτικές και αντιλήψεις των προηγούμενων δεκαετιών. Σε αυτό το πλαίσιο της ξεκάθαρης στρατηγικής, των σημαντικών συμμαχιών και της αυξημένης ισχύος μπορούν να επιτευχθούν οι εθνικοί στόχοι σε όλους τους χώρους: Ανατολική Μεσόγειο, Αιγαίο, Κύπρο, Ελληνική Μειονότητα Αλβανίας και αλλού.
Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα Athenian Herald εκφράζουν τους συγγραφείς τους. Η Athenian Herald δεν φέρει καμία ευθύνη για τις απόψεις που εκφράζονται μέσω της ιστοσελίδας.
Σχόλια ()