Η συμβολή του κλάδου των αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα

Ο ΕΦΚ στην Ελλάδα είναι μάλιστα υψηλότερος κατά €1.400 από τον μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών.

Η συμβολή του κλάδου των αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα

Του Κώστα Δημητρόπουλου

Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, ο αριθμός επιχειρήσεων στους κλάδους παραγωγής και εισαγωγής αλκοολούχων και φιλοξενίας προσέγγισε τις 112 χιλ. το 2021, με το μεγαλύτερο πλήθος να καταγράφεται στον κλάδο εστίασης. Ο κύκλος εργασιών των κλάδων αυτών έφτασε τα €10,7δις το 2021, με σημαντική πτώση από τα επίπεδα του 2019 λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας.

Σημαντική είναι και η προστιθέμενη αξία τους στην ελληνική οικονομία, φτάνοντας τα €3,6δις το 2021, ενώ η απασχόληση που δημιουργούν άμεσα φτάνει τις 527χιλ εργαζόμενους το 2021, πάνω από το 10% της συνολικής απασχόλησης στην ελληνική οικονομία, ενώ το 2019 έφτανε τις 653χιλ, με σημαντική συμβολή από την εστίαση.

Η συνολική συνεισφορά του κλάδου των αλκοολούχων ποτών στην ελληνική οικονομία είναι σημαντική. Λαμβάνοντας υπόψη τις άμεσες, έμμεσες και προκαλούμενες επιδράσεις από την τελική δαπάνη κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα, προκύπτει ότι ο κλάδος συνεισέφερε €1,75δις στο ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας το 2021. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η επίδραση στην απασχόληση με περίπου 61χιλ θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης, ενώ οι φόροι και οι εισφορές που δημιουργούνται φτάνουν τα €515εκ.

Η ραγδαία πτώση των πωλήσεων αλκοολούχων ποτών την περίοδο 2009-2019 είχε ευρύτερες αρνητικές επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομίας, καθώς ο κλάδος παραγωγής και εισαγωγής αλκοολούχων διασυνδέεται με μια ευρύτερη εφοδιαστική αλυσίδα, που περιλαμβάνει τους κλάδους του εμπορίου και της φιλοξενίας (HORECA).

Η πανδημία προκάλεσε επιπλέον επιπτώσεις σε αυτή την εφοδιαστική αλυσίδα, ασύμμετρες μάλιστα σε σύγκριση με την υπόλοιπη οικονομία, λόγω των αυστηρών περιορισμών στον τουρισμό και την εστίαση. Σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ, η μείωση της δαπάνης κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών μέχρι το 2019, οδήγησε σε μείωση του ΑΕΠ στην ελληνική οικονομία κατά €900εκ σε σύγκριση με το 2009, ενώ στις απώλειες αυτές η πανδημία πρόσθεσε μια επιπλέον μείωση κατά €738εκ, η οποία αναπληρώθηκε εν μέρει το 2021, με τον κλάδο να βρίσκεται στο 90% του επιπέδου του 2019.

Στην Ελλάδα οι επιμέρους κατηγορίες οινοπνευματωδών ποτών έχουν διαφορετική φορολογική αντιμετώπιση. Ο υψηλότερος συντελεστής ΕΦΚ, ο οποίος υπολογίζεται επί 100 λίτρων αιθυλικής αλκοόλης του προϊόντος, εφαρμόζεται στα αλκοολούχα ποτά (εκτός ούζου και τσίπουρου) (€2.550/ 100 λίτρα), (ουίσκι, βότκα, τζιν κ.α.).

Στο ούζο και τσίπουρο ο ΕΦΚ υπολογίζεται στο ήμισυ του φόρου (€1.275), ενώ το προϊόν απόσταξης διήμερων αποσταγματοποιών (τσίπουρο διημέρων ή χύμα τσίπουρο) για προσωπική χρήση φορολογούνται μέχρι 31/3/2022 με εφάπαξ κατ’ αποκοπή φόρο ύψους €0,59 ανά λίτρο έτοιμου προϊόντος (ή αλλιώς €140 ανά 100 λίτρα αιθυλικής αλκοόλης). Η μπύρα φορολογείται με διαφορετικό τρόπο και με την αύξηση που σημειώθηκε τον Ιούνιο του 2016, ο φόρος στη μπύρα διαμορφώθηκε στα ίδια περίπου επίπεδα (€1.250) σχεδόν με το ούζο και το τσίπουρο. Τέλος, το 2019 καταργήθηκε ο φόρος €0,20 ανά λίτρο που είχε επιβληθεί στο κρασί από το 2016.

Τα αλκοολούχα ποτά έχουν υποστεί 8 αυξήσεις στη φορολογία από το 1998 με τις 4 από αυτές να πραγματοποιούνται στο διάστημα 2009-2010, οδηγώντας σε υπερδιπλασιασμό του ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών. Ο ΕΦΚ είναι αυξημένος κατά 95% την περίοδο 2009-2021, ενώ παράλληλα ο ΦΠΑ έχει αυξηθεί κατά 5 εκατοστιαίες μονάδες, στο 24%. Η αύξηση αυτή έχει διαμορφώσει το μερίδιο των φόρων (ΕΦΚ και ΦΠΑ) στο 55,1% της τελικής τιμής ενός τυπικού αλκοολούχου ποτού, έναντι 45,5% το 2009.

Η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο συντελεστή ΕΦΚ ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ-27 (σε μονάδες αγοραστικής δύναμης). Ο ΕΦΚ στην Ελλάδα είναι μάλιστα υψηλότερος κατά €1.400 από τον μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών. Η αύξηση των φόρων και των τιμών έχει πρόσθετες αρνητικές επιπτώσεις, τόσο στην εγχώρια αγορά, αυξάνοντας τα κίνητρα παράνομου εμπορίου, όσο και στο τουριστικό προϊόν, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά του.

Ο ΙΟΒΕ καταλήγει ότι μείωση του ΕΦΚ θα έχει θετικό αντίκτυπο τόσο στην αγορά εργασίας όσο και στα φορολογικά έσοδα του κράτους. Οι νέες θέσεις εργασίας (παραγωγή, χονδρικό εμπόριο, λιανικό εμπόριο και HORECA) μπορούν να αυξηθούν κατά 11.305, ενώ τα φορολογικά έσοδα κατά €11,9εκ.

Με πληροφορίες από: ΙΟΒΕ (1), ΙΟΒΕ (2)

Τα άρθρα και τα σχόλια που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα Athenian Herald εκφράζουν τους συγγραφείς τους. Η Athenian Herald δεν φέρει καμία ευθύνη για τις απόψεις που εκφράζονται μέσω της ιστοσελίδας.