Αν θέλουμε ισχυρές ένοπλες δυνάμεις – Μέρος Α

Είναι εφικτή Ελληνική συμμετοχή στα εξοπλιστικά σε ποσοστό 40% άμεσα. Εντός 10ετίας ο στόχος μπορεί να είναι 50-60% και να φτάσει 70% σε 20 χρόνια.

Αν θέλουμε ισχυρές ένοπλες δυνάμεις – Μέρος Α
Πηγή: Lockheed Martin

Από Athenian Herald

Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΔ) είναι από τις πλέον ισχυρές στην Ευρώπη. Η σύγκριση με μεγάλες Ευρωπαϊκές χώρες είναι διαφωτιστική.

Η δύναμη σε άνδρες και γυναίκες των ΕΔ είναι περίπου 130.000, έναντι περίπου 170.000 της Ιταλίας, 180.000 της Γερμανίας και 120.000 της Ισπανίας. Η Ελλάδα διαθέτει περίπου 190 μαχητικά αεροπλάνα, έναντι περίπου 90 της Ιταλίας, 130 της Γερμανίας και 140 της Ισπανίας. Διαθέτει περίπου 1.350 άρματα μάχης, έναντι περίπου 200 της Ιταλίας, 260 της Γερμανίας και 320 της Ισπανίας. Σε πυροβόλα και εκτοξευτές ρουκετών, οι ΕΔ διαθέτουν περίπου 1.400, η Ιταλία 190, η Γερμανία 150 και η Ισπανία 230. Η Ελλάδα διαθέτει 13 φρεγάτες και 11 υποβρύχια, έναντι 13 και 8 της Ιταλίας, 12 και 6 της Γερμανίας και 11 και 2 της Ισπανίας. Η σύγκριση είναι περίπου η ίδια και σε άλλα συστήματα μάχης ή υποστήριξης.

Η διαφορά είναι πολύ μεγάλη σε βάρος της χώρας μας στην παραγωγή οπλικών συστημάτων. Οι Ιταλία, Γερμανία και Ισπανία, έχουν αξιόλογες παγκόσμιας κλάσης αμυντικές βιομηχανίες. Όλες παράγουν πλοία, αεροπλάνα, οχήματα, πυραύλους, πυροβόλα, ελικόπτερα, μη επανδρωμένα, αντιαεροπορικά, τορπίλες κλπ. κλπ. Σε αντίθεση, η Ελληνική αμυντική βιομηχανία είναι πολύ περιορισμένη και δυσανάλογα μικρή συγκρινόμενη με το μέγεθος των ΕΔ.

Ξοδεύουμε μεγάλα ποσά για να έχουμε αξιόμαχες ΕΔ. Δεν έχουμε όμως το μέγιστο δυνατό όφελος. Το μέγεθος, το κύρος και η ιστορία των ΕΔ, παρέχουν μεγάλες δυνατότητες οι οποίες δεν πρέπει να μένουν αναξιοποίητες.

Μακροχρόνιος σχεδιασμός και παραγγελίες οπλικών συστημάτων σε βάθος χρόνου

Μακροχρόνιος σχεδιασμός υπάρχει και σήμερα και υπήρχε και στο παρελθόν. Τα επιτελεία έχουν σχέδια για όλα τα ενδεχόμενα και προβλέψεις για τις ανάγκες σε βάθος χρόνου.

Οι σχεδιασμοί των επιτελείων κατά κανόνα αγνοούνται από τις κυβερνήσεις. Ο σχεδιασμός πρέπει να μετουσιώνεται σε πράξεις, με τις αντίστοιχες παραγγελίες οπλικών συστημάτων.

Έστω, υποθετικά, ότι ο σχεδιασμός του ΠΝ (Δομή Ενόπλων Δυνάμεων) για επανδρωμένα και μη επανδρωμένα σκάφη, επιφανείας και υποβρύχια, προβλέπει 12 φρεγάτες, 6 κορβέτες, 20 πυραυλακάτους, 20 κανονιοφόρους, 10 ναρκοθηρευτικά, 6 αρματαγωγά, 6 γενικής υποστήριξης, 10 υποβρύχια, 14 ταχείας μεταφοράς, 10 βοηθητικά, 8 εκπαιδευτικά πλοία, 20 μη επανδρωμένα σκάφη και 12 μη επανδρωμένα υποβρύχια. (Υπάρχει βέβαια ανάγκη και για διαφόρων τύπων Ελικόπτερα, Μη Επανδρωμένα Αεροσκάφη, Αεροσκάφη Ναυτικής Συνεργασίας, Οχήματα, Συστήματα Αεράμυνας κλπ.).

Τα πλοία και υποβρύχια έχουν αξιόμαχη διάρκεια ζωής 30-40 χρόνια, με την προϋπόθεση Εκσυγχρονισμού Μέσης Ζωής (ΕΜΖ) στο μέσο περίπου αυτού του χρόνου.

Το ΠΝ, κατά την ανωτέρω υπόθεση, πρέπει να έχει ενεργά περισσότερα από 140 σκάφη επιφανείας και υποβρύχια, επανδρωμένα και μη επανδρωμένα. Δηλαδή, πρέπει να ναυπηγεί 3-4 μονάδες ετησίως.

Ο πλέον πρόσφορος τρόπος να καλυφθούν οι ανάγκες είναι ένα σταθερό πολυετές πρόγραμμα ναυπηγήσεων και παραγγελίες μεγάλου αριθμού πλοίων κάθε φορά.

Η μεγάλη παραγγελία πρέπει απαραίτητα να συνοδεύεται, (α) με πρόβλεψη συμβολαίου συντήρησης και προμήθειας ανταλλακτικών (FOS – Follow On Support) για αρκετά χρόνια και (β) με τις απαραίτητες ποσότητες πυρομαχικών.

Έτσι επιτυγχάνεται το χαμηλότερο δυνατό κόστος. Το κόστος των FDI Belh@rra θα ήταν σαφώς μικρότερο αν η παραγγελία αφορούσε 6 πλοία αντί 3. Και ακόμη πιο χαμηλό, αν υπήρχε πρόβλεψη για ακόμα 6 φρεγάτες επόμενης γενιάς σε 10-15 χρόνια.

Ας αναλογιστούμε πόσο πιο συμφέρον κοστολογικά είναι να γίνουν συμφωνίες για ναυπήγηση 30-35 μονάδων ή 50-60 (δεδομένων των σημερινών αναγκών) τα επόμενα 10-15 χρόνια.

Το ίδιο ισχύει για όλα τα οπλικά συστήματα, την συντήρηση, τον ΕΜΖ και τα πυρομαχικά τους. Ακόμα και για το υλικό πάσης φύσης.

Συμμετοχή Ελληνικής Αμυντικής Βιομηχανίας

Πρέπει να τεθεί ως ελάχιστη Ελληνική συμμετοχή στα εξοπλιστικά, ποσοστό 40% άμεσα. Εντός 10ετίας ο στόχος μπορεί και πρέπει να είναι 50-60% και να φτάσει 70% σε 20 χρόνια.

Ο στόχος δεν είναι αντιγραφή από την Τουρκία που επιδιώκει πλήρη αυτονομία στα εξοπλιστικά, γιατί θεωρεί τον εαυτόν της Μεγάλη Δύναμη.

Για την Ελλάδα, ο στόχος είναι αναγκαίος για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Μόνο έτσι μπορεί να πληρώνει το κόστος και να διατηρεί τις ΕΔ αξιόμαχες. Είδαμε το 2020 τα αποτελέσματα της οικονομικής δυσπραγίας όταν συνδυάστηκε με την φιλοσοφία «θα το ρισκάρουμε με την Τουρκία».

Ο στόχος είναι ρεαλιστικός. Εφόσον αξιοποιηθεί το μέγεθος και το γόητρο των ΕΔ και οι μεγάλες πολυετείς παραγγελίες.

Οι ΕΔ χρειάζονται, είτε σήμερα είτε αύριο είτε μεθαύριο, μαχητικά, ελικόπτερα, πυραύλους, drones, συστήματα anti-drone, φορτηγά, τεθωρακισμένα, κανόνια, περιφερόμενα πυρομαχικά, αντι-αρματικά, υποβρύχια, ραντάρ. Στολές, τουφέκια, διόπτρες, πολυβόλα, οχήματα μεταφοράς προσωπικού, αλεξίπτωτα, κράνη. Δορυφορικά συστήματα επικοινωνιών, συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου, όπλα laser. Και πολλά άλλα.

Οι περισσότεροι προμηθευτές θα συμφωνούσαν σε συμπαραγωγή με Ελληνικές εταιρείες, σε κοινοπραξίες με Ελληνικές εταιρείες, σε ίδρυση δικών τους εταιρειών στην Ελλάδα, ακόμα και σε licensing σε Ελληνικές εταιρείες.

Οι διάφοροι προμηθευτές, από Ελλάδα (ως συνεργάτες ξένων ή αντιπρόσωποι), ΕΕ ή Τρίτες Χώρες που δεν είναι διατεθειμένοι για παραγωγή στην Ελλάδα μέρους ή του συνόλου του οπλικού συστήματος ή του υλικού, να απορρίπτονται. Ουδείς αναντικατάστατος.

Πολύ καλά έπραξε η σημερινή κυβέρνηση με τις αγορές που έκανε με ταχύτητα (Belh@rra, Rafale, Εκπαιδευτικό Κέντρο Καλαμάτας, τορπίλες, ελικόπτερα MH-60R κ.ά.). Ακόμα και γι’ αυτές που βρίσκονται στα σκαριά (κορβέττες, F-35 κ.ά.) . Ο στόχος ήταν η αποκατάσταση ισορροπίας στο Αιγαίο και ποιοτική υπεροχή στον αέρα.

Μετά από αυτές τις επιβαλλόμενες προμήθειες, κανένα πρόγραμμα δεν πρέπει να προχωρήσει με εγχώρια συμμετοχή κατώτερη του εθνικού στόχου.

Για κάθε οπλικό σύστημα, όπλο και υλικό υπάρχουν περισσότεροι του ενός κατασκευαστές, μερικοί ή ακόμα και πολλοί. Και αν συμπεριλάβουμε και κατασκευαστές εκτός Ευρώπης και Βόρειας Αμερικής, δηλαδή φιλικές χώρες με βιομηχανική παράδοση όπως Ισραήλ, Ιαπωνία, Νότια Κορέα και Αυστραλία, βλέπουμε ότι δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Σήμερα, ακόμα και τα φιλικά ΗΑΕ οικοδομούν αμυντική βιομηχανία.

Φρεγάτες εφάμιλλες των Γαλλικών παράγουν Ολλανδία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο, ΗΠΑ, Ν. Κορέα, Ιαπωνία. Το ίδιο και Κορβέττες.

Αντι-αεροπορικά και αντι-βαλλιστικά συστήματα εκτός από τις ΗΠΑ παράγουν οι Γαλλία-Ιταλία, Γερμανία, Ισραήλ.

Το Eurofighter είναι εφάμιλλο του Rafale. Το F-35 είναι σήμερα μοναδικό, αλλά ήδη υπάρχουν δύο Ευρωπαϊκά προγράμματα μελλοντικών μαχητικών σε εξέλιξη.

Άρματα εκτός της Γερμανίας παράγουν ΗΠΑ, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ν. Κορέα.

Τα ανωτέρω είναι ενδεικτικά. Αναφέρονται μόνο για να δείξουν ότι δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Μπορεί ένα σύστημα να είναι το καλύτερο και «υποχρεωτικό», αλλά δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει περιθώριο Ελληνικής συμμετοχής. Η Lockheed Martin συζητά για Ελληνική συμμετοχή στην παραγωγή των F-35. Ήδη συνεργάζεται με την ΕΑΒ στην παραγωγή, αναβάθμιση και συντήρηση των F-16. Ελληνικές εταιρείες συμμετέχουν στην παραγωγή των πυραυλικών συστημάτων Patriot, IRIS-T και ESSM και των αρμάτων Leopard 2.